Η αργυροχοΐα στα Λεύκαρα, με βάση χρονολόγηση συλλογής ασημικών που προέρχονταν από τα Λεύκαρα, είναι πιθανόν να εμφανίστηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Ενισχυτικό στην πιο πάνω θέση είναι οι καταχωρήσεις που υπάρχουν στον «ΚΩΝΤΥΚΑ» της εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στις οποίες αναφέρεται μεταξύ άλλων η κατασκευή κανδηλίου ασημένιου στα μέσα του 18ου αιώνα (1742).
Στη συνέχεια τον 19ον αιώνα, μαθαίνουμε από μαρτυρία του Χριστόφορου Ιωαννίδη (Τοφή της Αλισαβούς) ότι ο πατέρας του, Γιάννης Κολοκασίδης ή Καραολάς, γνωστός χωραΐτης χρυσοχόος ήρθε και εγκαταστάθηκε στα Λεύκαρα περί τα μέσα του 19ου αιώνα. Τότε κατασκεύαζαν σκαλέττες για τον λαιμό, μυρμίτσια (αλυσίδες), σπλίγκες, σκουλαρίκια φυνιατωτά, βρασιόλια, μπούκλες για τις γυναικίες ζώνες. Για να πωλήσουν τα έργα τους γύριζαν τα χωριά διαλαλώντας την πραμάτεια τους.
Περί το 1900 υπάρχουν στα Λεύκαρα δυο χρυσοχόοι, ο Νικόλας που πήρε και το επώνυμο Χρυσοχός και ο Μιχάλης του Κυπριανού. Ο Νικόλας έκαμνε ασημένια κουταλάκια, αρραβώνες, σταυρούς, ο δε Μιχάλης ειδικευόταν στην κατασκευή μιας ασημένιας καδένας που την πουλούσε με τον πήχη.
Ωστόσο η τέχνη της αργυροχοΐας ακμάζει πραγματικά στα Λεύκαρα τις δεκαετίες 1960, 1970 και 1980 χάρις στους ονομαστούς αργυροχόους της οικογένειας Καλοπαίδη. Οριακή χρονιά είναι το 1931 όταν ο Στυλιανός Καλοπαίδης, ο πατριάρχης της οικογένειας, έρχεται να εγκατασταθεί με την οικογένειά του στα Λεύκαρα ύστερα από τα Οκτωβριανά. Ο Στυλιανός είχε μαθητεύσει στη Λευκωσία κοντά στο Γιώρκο Ελευθεριάδη, τον επιλεγόμενο Τσιελεπίγιωρκη που είχε έρθει στην Κύπρο από την Σμύρνη και ήταν ονομαστός χρυσοχόος της χώρας. Ανοίγει στα Λεύκαρα το δικό του εργαστήρι και έχει σαν μαθητευόμενους τα παιδιά του αλλά και νέους από άλλα χωριά. Κατασκευάζονται όλα τα είδη εκκλησιαστικών: καντήλες, εικόνες, εξαπτέρυγα, σταυροί, ευαγγέλια και φυσικά τα καπνιστομέρρεχα με τα σχέδια αππίδι (αχλάδι), μήλο, μάππουρο (κουκουνάρι) και ριγωτό. Εκτός από τα σφυρήλατα (κτυπητά) έργα, οι Καλοπαίδηδες ειδικεύονταν και στην επιχρύσωση εικόνων.
Τρία από πέντε παιδιά του Στυλιανού Καλοπαίδη, ο Γιώρκος, ο Αντρέας και ο Νίκος έμειναν στο επάγγελμα. Οι δυο πρώτοι μετακινήθηκαν στην Λάρνακα και χάρις στην τέχνη τους έγιναν παγκύπρια γνωστοί. Ο Νίκος έμεινε στα Λεύκαρα και διάδωσε την τέχνη παίρνοντας μαθητές που σήμερα είναι οι ίδιοι μαστόροι με δικά τους εργαστήρια και αναγνωρίζουν τον Νίκο Καλοπαίδη ως τον άνθρωπο που τους ανέδειξε.
Έτσι τα Λεύκαρα, χάρις στους Καλοπαίδηδες, ευτύχησαν να έχουν, εκτός από το κέντημα, και δεύτερη βιοτεχνία να ακμάζει τις τελευταίες δεκαετίες: τη αργυροχοΐα. Η βιοτεχνία αυτή αποτελεί ακόμα ένα πόλο έλξης στην όμορφη κωμόπολή μας.
(Οι πιο πάνω πληροφορίες είναι από άρθρο του Δ. Ξ. Σάββα στο περιοδικό «ΤΑ ΛΕΥΚΑΡΑ»).
Έτσι τα Λεύκαρα, χάρις στους Καλοπαίδηδες, ευτύχησαν να έχουν, εκτός από το κέντημα, και δεύτερη βιοτεχνία να ακμάζει τις τελευταίες δεκαετίες: τη αργυροχοΐα. Η βιοτεχνία αυτή αποτελεί ακόμα ένα πόλο έλξης στην όμορφη κωμόπολή μας.
(Οι πιο πάνω πληροφορίες είναι από άρθρο του Δ. Ξ. Σάββα στο περιοδικό «ΤΑ ΛΕΥΚΑΡΑ»).
Ο Νίκος Καλοπαίδης με τα παιδιά του Στέλιο (αριστερά) και Παύλο (δεξιά), μπροστά από το Δημοτικό σχολείο.
Ο Μιχαλάκης και Στέλιος Κυβερνήτης.
|
Ο Λούης Καλαβασσιότης.
|
Ο Σαββάκης Λευκαρίτης και ο Μιχαλάκης Λεωνίδου.
Ο Αντρέας Καλοπαίδης γιος του Νίκου ανέλαβε το μαγαζί – εργαστήρι του πατέρα του μέχρι το 1975 οπότε και σταμάτησε. Επίσης καπνισομέρρεχα έκανα και κάνουν ακόμα στα Λεύκαρα ο Χριστάκης και ο Λούης Καλαβασσιότης, ο Μιχαλάκης και ο Στέλιος Κυβερνήτης ο Γεώργιος Χριστοδούλου ο οποίος κάνει και εκκλησιαστικά είδη κ.α.
Το 1960 αρχίζει να αναπτύσσεται και η κατασκευή των κουταλιών και πιρουνιών του γλυκού ή όπως τα λέγανε «κουταλούθκια» = κουταλάκια και «προτσούες» = πιρουνάκια. Τότε ο Νίκος Καλοπαίδης προέτρεψε το Λάζαρο Παφίτη (Λαζαρήν) να έλθει και να εργαστεί στα Λεύκαρα. Ο Λάζαρος καταγόταν από τη Λάρνακα της Λαπήθου και μετακόμισε στην Λάρνακα (της επαρχίας Λάρνακας) όπου και έμαθε την αργυροχοΐα. Ερχόμενος στα Λεύκαρα ο Λάζαρος άρχισε να εργάζεται και να διαδίδει την τέχνη του στους μαθητές του. Ο Λάζαρος είχε ένα μυστικό που δεν το έμαθε κανένας. Κάτι έβαζε πριν στο λιωμένο ασήμι και στο «μασκαλλάτισμα» (γυάλισμα, φινίρισμα) τα κουταλάκια του ήταν πιο ωραία γιατί είχα ένα μαύρο χρώμα ενώ των άλλων ήταν άσπρα.
Ένας άλλος που ήλθε από τη Λάρνακα είναι ο Παύλος Καζαμίας που δούλεψε με το Λάζαρο και αφού έμαθε την τέχνη έκανε δικό του μαγαζί με πολλούς υπαλλήλους. Ο Παύλος έφτιαχνε ογδόντα έως ενενήντα δωδεκάδες κουταλάκια και πιρουνάκια την εβδομάδα ενώ ο Λάζαρος σαράντα με πενήντα δωδεκάδες.
Η αργυροχοΐα στα Λεύκαρα άρχισε να φθίνει μετά τη Τουρκική εισβολή στη Κύπρο το 1974. Όλη σχεδόν η παραγωγή των ασημικών πήγαινε στη Αμμόχωστο όπου είχε μεγάλη ζήτηση και σταμάτησε μετά τη κατάληψή της. Επίσης τότε άρχισε να ανεβαίνει η τιμή του ασημιού και άλλαξε και ο τρόπος των δώρων στους γάμους. Πριν στους γάμους κάνανε ανάλογα, έξι ή δώδεκα κουταλάκια ή πιρουνάκια, αργότερα το δώρο αντικαταστάθηκε με λεφτά (σε φάκελο).
Στα Λεύκαρα οι Λευκαρίτισσες έφτιαχναν τ’ αριστουργήματα που κεντούσαν (κι ακόμα κεντούν) τα όμορφα λευκαρίτικα κεντήματα και οι άνδρες των Λευκάρων «πλούμιζαν» με ιδιαίτερη τέχνη τα ασημένια καπνιστομέρρεχα, τις μερρέχες, τα ασημένια κουταλάκια και τόσα άλλα ασημένια κομψοτεχνήματα.
Σήμερα στα Λεύκαρα εργάζονται ελάχιστοι τεχνίτες – αργυροχόοι που δουλεύουν το ασήμι με τον παραδοσιακό σφυρήλατο τρόπο, κατασκευάζοντας τα παραδοσιακά κυπριακά τελετουργικά αντικείμενα, όπως το καπνιστήρι και τη μερρέχα, καθώς και αρκετά άλλα είδη λαϊκής τέχνης.
Τα καπνιστομέρρεχα. |
Τα καπνιστομέρρεχα. |
[Από τον Δημήτρη Χ. Κουμουλλή (Dimitris Koumoullis)].
Μπορειτε να μου κανετε ενα σετ και να μου το στειλετε στη Λεμεσο..ποσα στοιχιζει
ΑπάντησηΔιαγραφή